Το σπήλαιο
βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Καστοριάς στο 2ο χλμ της παραλίμνιας
οδού
Σουγγαρίδη και λίγο πριν από την Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας.
Η είσοδος
απέχει περίπου είκοσι (20) μέτρα από τις όχθες της λίμνης και 14 μέτρα από τον
δρόμο.
Στο
εσωτερικό του υπάρχουν μεγάλα χερσαία και λιμναία τμήματα με εντυπωσιακό
σταλακτικό διάκοσμο
καθώς περιλαμβάνει επτά υπόγειες λίμνες, δέκα αίθουσες, πέντε διαδρόμους – σήραγγες.
Η μεγαλύτερη αίθουσα του σπηλαίου έχει διαστάσεις 45 Χ 17 μέτρα με το
κεντρικό της τμήμα υπερυψωμένο και τις πλευρές της να καταλήγουν σε λίμνες.
Η μεγάλη λίμνη του σπηλαίου που είναι και η βαθύτερη βρίσκεται δυτικά.
Η
θερμοκρασία εντός του Σπηλαίου είναι σταθερή όλες τις εποχές στους 16-18Οc,
ενώ η
υγρασία φτάνει στο 90%.
ΜΥΘΟΣ
ΜΥΘΟΣ
"Πριν
από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της
Μαυριώτισσας ήταν
χρυσορυχείο και το φύλαγε ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του
φλόγες και δηλητηριασμένους
ατμούς.
Ύστερα από
το κτίσιμο της Καστοριάς (Ή’ ή Ι’ αιώνας) ο πρώτος βασιλιάς ο Κάστωρ,
θέλοντας
να διασκεδάσει τον φιλοξενούμενο αδελφό του Πολυδεύκη και τον πεθερό
του Κέλι
ιερέα του θεού, απεκάλυψε το τεράστιο αυτό σπήλαιο.
Η παρουσία
όμως του δράκου τους εμπόδιζε την προσέγγιση στη σπηλιά..
Τότε ο
βασιλιάς υπεσχέθη μεγάλα δώρα σ’αυτόν που θα σκότωνε τον δράκο.
Ένας νέος
δυνατός παρουσιάστηκε. Επηκολούθησε άγρια πάλη με τον δράκο.
Χτυπώντας
τον με το κοντάρι του έτρεμαν οι γύρω βράχοι και αναταράζονταν τα νερά της λίμνης.
Το τέρας
κτυπήθηκε και έπλεε νεκρό επάνω στα νερά της λίμνης.
Πανηγύρισαν
το γεγονός και ευχαριστίαι ανεπέμφθησαν στον Πάνα. Και κατόπιν με αναμμένους
δαυλούς
προχώρησαν στη σπηλιά με σκυφτά τα κεφάλια τους για να μην κτυπήσουν τους
σταλακτίτες.
Το βάθος
εκτεινόταν σε χιλιόμετρα και η ατμόσφαιρα γινόταν πνιγηρή από έλειψιν οξυγόνου.
Σε ένα
μέρος που η σήραγγα στενεύει έσβησαν οι δαυλοί και πηχτό σκοτάδι τους
σφιχταγκάλιασε όλους.
Τότε
άκουσαν μια απόκοσμη φωνή να λέει : ΄΄ εκείνος που θα σκύψει να πάρει μια
χούφτα της λάσπης που
πατάει θα
μετανοιώσει Οι πιο θαρετοί έσκυψαν και επήραν λάσπη και εγέμισαν τους
κόρφους τους.
Οι άλλοι
φοβήθηκαν και δεν τόλμησαν να πάρουν. Όταν βγήκαν στο φως του ηλίου εκείνοι
που κρατούσαν
τη λάσπη είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη…"